αθλοπαιδιά

αθλοπαιδιά
η
κυρ. στον πληθ., αθλοπαιδιές είναι τα λεγόμενα σπορ: Το μπάσκετ μπολ είναι αθλοπαιδιά.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • αθλοπαιδιά — η η λ. αποδίδει γενικά στην Ελληνική τον αγγλικό όρο «σπορ» σημαίνει τις σωματικές ασκήσεις ή τα αγωνιστικά παιχνίδια, που αποσκοπούν στην ψυχαγωγία, τη σωματική ευρωστία και τη φυσική αγωγή, σε αντίθεση με τα αθλήματα, που αποβλέπουν στην… …   Dictionary of Greek

  • τένις — Αθλοπαιδία, στην οποία οι αθλητές χτυπούν, με τη βοήθεια ρακέτας, μια μπάλα. Παίζεται σε ειδικό γήπεδο, το λεγόμενο κορτ. Πρόδρομος του τ. ήταν μια αθλοπαιδία, με μπάλα επίσης, που την έριχναν επάνω από ένα δίχτυ με την παλάμη. Η αθλοπαιδία αυτή… …   Dictionary of Greek

  • άθλος — Αγώνας σε περίοδο πολέμου όσο και σε καιρό ειρήνης. Συναγωνισμός, άμιλλα για την κατάκτηση επάθλου. Κατόρθωμα μετά από μεγάλη προσπάθεια και κόπο. Ο όρος χρησιμοποιείται συνήθως για να υποδηλώσει τα κατορθώματα των μυθικών ηρώων της αρχαιότητας… …   Dictionary of Greek

  • αθλητισμός — Η επίδοση στα αθλήματα, η εκγύμναση του σώματος. Με μια ειδικότερη έννοια, ο όρος αναφέρεται σε ένα σύνολο αθλημάτων, που ξεκινούν από τις φυσικές σωματικές ασκήσεις του ανθρώπου (βάδισμα, τρέξιμο, άλματα, ρίψεις). Αρχικά, ήταν η συστηματική… …   Dictionary of Greek

  • κρίκετ — (cricket). Αθλητικό ομαδικό παιχνίδι στο οποίο χρησιμοποιείται μία μπάλα και ξύλινα ρόπαλα. Το κ. προέρχεται από την Αγγλία, όπου ήταν γνωστό από τον Μεσαίωνα. Τον 18o αι. έγιναν οι πρώτοι επίσημοι αγώνες κ. ανάμεσα στους συλλόγους κ., με… …   Dictionary of Greek

  • μπαλιά — η [μπάλα] 1. βολή σφαίρας πυροβόλου όπλου 2. πλήγμα από σφαίρα 3. το λάκτισμα ή το χτύπημα τής μπάλας σε αντίστοιχη αθλοπαιδιά και η τροχιά που διαγράφει η μπάλα («έστειλε μια καλή μπαλιά και έτσι σημείωσε γκολ») 4. χτύπημα από μπάλα («μού ήλθε… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Αθλητισμός — Ο ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ Καταγωγή του αθλητισμού και των αγώνων Οι θεωρίες που έχουν διατυπωθεί για την καταγωγή του αθλητισμού και των αγώνων είναι πολλές. Πολλά από τα αθλήματα, όπως το τρέξιμο, το ακόντιο και η… …   Dictionary of Greek

  • Ι, ι — Το ένατο γράμμα του ελληνικού αλφάβητου. Προέρχεται από το σημιτικό jôdh (= χέρι με τον πήχυ), του οποίου η γραφική παράσταση ήταν ή . Παρόμοιες ήταν οι πρώτες μορφές του ι στα ελληνικά αλφάβητα: ,, (Κρήτης, Θήρας). Μέχρι τον 7ο αι. π.Χ. η… …   Dictionary of Greek

  • μπάσκετ-μπολ ή καλαθοσφαίριση — Ομαδική αθλοπαιδιά που διεξάγεται μέσα σε προκαθορισμένα χρονικά όρια, κατά τα οποία οι δύο αντιμέτωπες ομάδες, ενώ κάθε μια προστατεύει ένα ειδικό καλάθι, προσπαθούν να στείλουν με τα χέρια μια μπάλα στο καλάθι της αντίπαλης ομάδας. Κάθε φορά… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”